1984, Ντε Κάιπ, Ρότερνταμ. Όταν είχαμε γένια, μουστάκια και νιάτα... |
Είναι από τις ειδήσεις που σε χτυπάνε σαν σφαίρα. Εκείνη της Παρασκευής ξεπετάχθηκε – σε ημέρες αδείας και υποτιθέμενης ξεγνοιασιάς – από την οθόνη του τάμπλετ με τη μορφή σύντομης νεκρολογίας και για λίγο διέλυσε σε εκατομμύρια κομματάκια το μυαλό μου: ο Γιάννης Ξενάκης νεκρός!***
Δεν τον πιστεύεις, αλλά είναι αλήθεια. Ο Γιάννης γίνεται κενό, ανάμνηση, απουσία – από αυτές τις απουσίες που πιάνουν τεράστιο χώρο στην ψυχή μας. Οι επαγγελματικοί μας δρόμοι συναντήθηκαν τρεις φορές. Στην «Αθλητική Ηχώ», στις «Ειδήσεις» (μια φιλόδοξη πολιτική έκδοση, με κορυφαίους δημοσιογράφους της εποχής – μαζί μας ήταν και ο Γιάννης Μηνδρινός) και τώρα στη «Live Sport». Αρκετοί σταθμοί για να καρατάρω τη δημοσιογραφική του ποιότητα και την επιμονή του στην αναζήτηση της πληροφορίας. Τον θυμάμαι στις «Ειδήσεις» – όντας τότε προϊστάμενος στο αθλητικό τμήμα – σκυμμένο για ώρες πάνω από το τηλέφωνο για τις διασταυρώσεις. Του χτυπούσα το τζάμι που μας χώριζε για να τελειώνει – «φεύγει η σελίδα, κλείνουμε», και εκείνος να γνέφει «μισό λεπτό ακόμα», για να ψάξει περισσότερο. Αυτή η επιμονή... Αυτή η επιμονή στην πληρότητα... Εκατομμύρια τέτοια μισόλεπτα εγκυρότητας διέγραψαν τη δημοσιογραφική του πορεία έως τα ξημερώματα της 14ης Αυγούστου.
Διονύσης Βραϊμάκης
* Δημοσιεύτηκε στη Live Sport και στο Harddog στις 17 Αυγούστου 2015 με τίτλο «Τα δημοσιογραφικά ''μισάλεπτα'' μιας ολόκληρης ζωής τού Γιάννη Ξενάκη»
Πηγή άρθρου
HardDog
Αποποίηση ευθύνης
Ο ιστότοπος είναι μια πλήρως αυτοματοποιημένη υπηρεσία συνάθροισης, ταξινόμησης και ανάρτησης συνοπτικών ειδήσεων και νέων από άλλους ελληνικούς ειδησεογραφικούς ιστότοπους, μέσω της τεχνολογίας RSS. Δεν αναλαμβάνουμε καμία ευθύνη για την επάρκεια, ποιότητα, πληρότητα ή ακρίβεια των ειδήσεων και των νέων που δημοσιεύονται. Δείτε περισσότερα στο τμήμα "Αποποίηση Ευθύνης" των Ορων Χρήσης.
Περισσότερο έδεσα μαζί του σε μια κοινή ευρωπαϊκή αποστολή της «Ηχούς», το καλοκαίρι του 1984. Μια εβδομάδα συνταξιδιώτες αλλάζοντας αεροπλάνα, τρένα και πόλεις σε Γερμανία, Ολλανδία και Ελβετία. Καλύπταμε με έκτακτες επισκέψεις, μαζί ή χώρια, τις προετοιμασίες και κάποια φιλικά της ΑΕΚ και του Ολυμπιακού, συνδυάζοντας το πολυήμερο ταξίδι με επιτόπια ρεπορτάζ στα αθλητικά κέντρα της Φέγενορντ και της Ξαμάξ – αντίπαλοι εκείνη τη χρονιά του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού.
Μας ένωσε σε αυτό το μεστό επταήμερο η κοινή αγωνία για την επιτυχία της αποστολής, η δυσκολία να στέλνουμε φιλμ και χειρόγραφα στην Αθήνα με διαθέσιμους (μετά από παρακάλια) επιβάτες αεροπλάνων, οι συνεχείς πρωινές μετακινήσεις μας προς διαφορετικές κατευθύνσεις και οι συναντήσεις μας τα βράδια για ξεκούραση και προγραμματισμό τής επόμενης ημέρας.
Όλα αυτά – και άπειρα άλλα – περνούν σαν ταινία από το μυαλό μου. Και μαζί περνάει η επανάληψη της ατάκας, επί χρόνια, από εμένα και από εκείνον, «να πάμε για καφέ» και να τα πούμα πέρα από τη δουλειά. Νομίζαμε ότι η ζωή πάντα θα μας περιμένει και όλο το αναβάλαμε. Τι ανοησία!
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ: Φαίνεται περίεργο, αλλά αγαπούσα τον Γιάννη και για έναν ακόμα λόγο. Επειδή ήταν γεννημένος την ίδια χρονιά με τον μικρό μου αδερφό, τον Λευτέρη. Που έφυγε από τη ζωή πριν από τέσσερα χρόνια με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και την ίδια περίπου ώρα: ξημερώματα! Μια (ακόμα μεγαλύτερη) απουσία στη ζωή μου.
Στην τελευταία φωτογραφία: Αρχές 10ετίας του ΄90, σε μια από τις (καθόλου σπάνιες) εξόδους της «Αθλητικής Ηχούς» που οργανώνονταν με πρωτοβουλία της εταιρίας και τη φροντίδα του Κλεομένη Γεωργάλα. Ήταν, ακόμα, οι πολύ καλές ημέρες της «Ηχούς». Ο Γιάννης στη φωτογραφία, δεξιά, με τη σύζυγό του, τη Ρούλα.