«Τρελαίνομαι μ' αυτούς που θρηνούν για κλεισμένα θέατρα και βιβλιοπωλεία που έκλεισαν επειδή οι ίδιοι αυτοί θρηνούντες δεν τα επισκέπτοντο!» Ο αφορισμός είναι αναρτημένος στο facebook, στη σελίδα της καλής μου φίλης (από τη δεκαετία των είκοσι!) Ζωής Ρηγοπούλου. Έχει δίκιο. Αλλά όχι απόλυτο. Θρηνούμε (μας κάνει αίσθηση για την ακρίβεια) οτιδήποτε έχει μια ιστορική φόρτιση και χάνεται στη φυγόκεντρο του κύκλου ακμή-παρακμή. Κι ας μην το χρησιμοποιούσαμε από ένα σημείο και μετά. Πρόσφατα καταναλώθηκαν πολλές λέξεις κειμένων για τον Λέντζο, με τον φημισμένο στους Αθηναίος φραπέ, που έκλεισε στο Παγκράτι (είχε γίνει και τραγούδι από τον Ρασούλη!) Ένα από τα πολλά ωραία που γράφτηκαν για τον σχεδόν θρυλικό Λέντζο ήταν, σε τούτο το μπλογκ, από τον επίσης καλό φίλο, τον Νίκο Σαρίδη («Η κηδεία του ιστορικού φραπόγαλου»). Μας έκανε αίσθηση που έκλεισε ο Λέντζος κι ας μην πηγαίναμε εκεί, ας πίναμε αλλού τα τελευταία χρόνια τον καφέ μας. Όπως δεν πηγαίναμε στο βιβλιοπωλείο της Εστίας («του Κολλάρου», όπως το ξέραμε οι παλαιότεροι). Γιατί;
** Γιατί άνοιξαν καινούργια βιβλιοπωλεία, πιο λειτουργικά, πιο σουπερμαρκίστικα ή ακόμα και πιο δεμένα συναισθηματικά μαζί μας.
Δημοσιεύτηκε στο Harddog στις 31 Μαρτίου 2013 - Το αναδημοσιεύουμε σήμερα τιμώντας την Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου
Πηγή άρθρου
HardDog
Αποποίηση ευθύνης
Ο ιστότοπος είναι μια πλήρως αυτοματοποιημένη υπηρεσία συνάθροισης, ταξινόμησης και ανάρτησης συνοπτικών ειδήσεων και νέων από άλλους ελληνικούς ειδησεογραφικούς ιστότοπους, μέσω της τεχνολογίας RSS. Δεν αναλαμβάνουμε καμία ευθύνη για την επάρκεια, ποιότητα, πληρότητα ή ακρίβεια των ειδήσεων και των νέων που δημοσιεύονται. Δείτε περισσότερα στο τμήμα "Αποποίηση Ευθύνης" των Ορων Χρήσης.
** Γιατί όπως, ας πούμε, το ξυραφάκι Astor (που οι πατεράδες μας το ακόνιζαν τρίβοντάς το κυκλικά στο ποτήρι για περισσότερες χρήσεις) ξεπεράστηκε από το ξυραφάκι με το ατσάλινο σπαθί ή εκείνο με το βαθύ κόψιμο, το ανατομικό σχήμα, τη διπλή λάμα (που πιάνει στον ύπνο την τρίχα και μόλις πάει να ξαναμπεί στην κρυψώνα της την ξανακόβει, λέει, η δεύτερη λεπίδα που ακολουθεί σαρωτικά την πρώτη), έτσι ξεπεράστηκε και το Βιβλιοπωλείο της Εστίας. Τώρα τα βιβλιοπωλεία είναι μαζί ΚΑΙ καφετέριες ΚΑΙ ρεστοράν ΚΑΙ χώροι διαλέξεων ΚΑΙ κέντρα πολιτιστικών (και πολιτικών καμιά φορά!) συγκεντρώσεων.
** Γιατί το βιβλίο άνθησε από μια εκπληκτική σπορά (οι μισοί Έλληνες έγιναν συγγραφείς και οι άλλοι μισοί αναγνώστες) που έφερε τόνους από απούλητες σοδιές. Βιβλία που σήμερα είναι στη βιτρίνα, αύριο πάνε στις αποθήκες και μεθαύριο πωλούνται στα καροτσάκια ή στα παλαιοπωλειοβιβλιοπωλεία στην τιμή-τσουβάλι ένα παντάευρω πέντε κομμάτια.
** Γιατί υπάρχουν κι άλλες πηγές για να βρούμε τα βιβλία μας. Λόγου χάρη εμείς στο σπίτι κάνουμε τις βιβλιοτροφοδοσίες μας από το μοναδικό βιβλιοπωλείο της γειτονιάς. Για να το στηρίξουμε. Για να το έχουμε κοντά μας. Για να ΥΠΑΡΧΕΙ. Όπου ένας καταπληκτικός βιβλιοπώλης-βιβλιογνώστης-βιβλιοφάγος, ο Παντελής (της κατηγορίας «γλυκός, έξυπνος, μορφωμένος άνθρωπος»), μας ενημερώνει και μας εξυπηρετεί φέρνοντάς μας ακόμα και την πιο απίθανη έκδοση που θα του ζητήσουμε. Άλλωστε δεν πάνε πάρα πολλά χρόνια – η Ζωή φαντάζομαι το ξέρει – που οι ηθοποιοί γέμιζαν με νέες εκδόσεις τις βιβλιοθήκες τους από την πραμάτεια ενός καταπληκτικού πλανόδιου πωλητή βιβλίων, υπέροχου ανθρώπου, που διέτρεχε την Αθήνα με το μηχανάκι του και περιδιάβαζε καθημερινά τα καμαρίνια των θεάτρων. Ήταν ο «Γιώργος ο Βιβλίας», ο αλησμόνητος Γιώργος Καζάντζας, τη δουλειά του οποίου συνέχισε αργότερα ο γιος του.
Γι’ όλα αυτά πικραίνομαι που έκλεισε η Εστία. Και για κάτι ακόμα: γιατί η Κρίση (με τη βοήθεια της Εξέλιξης) μασάει με μηρυκασμούς, καταπίνοντας, ξαναβγάζοντας και ξανακαταπίνοντας, σχεδόν τα πάντα. Εδώ μασάει και καταπίνει ανθρώπους, τα βιβλιοπωλεία θα αφήσει;
Διον. Βραϊμάκης
Υστερόγραφο 1: Η Ζωή, πάντως, έχει δίκιο. Ως λαός διαβάζουμε ελάχιστα, μιλάμε πολύ και φωνάζουμε εκκωφαντικά – συχνά για λάθος πράγματα.
Υστερόγραφο 2: Το διάβασα πριν από λίγο στον Πιτσιρίκο και μ’ άρεσε. «Τι να το κάνεις το βιβλιοπωλείο της Εστίας όταν μπορείς να διαβάσεις τους μεγάλους Έλληνες συγγραφείς στο Facebook; Άρα, φταίει το Facebook» (!)